Ἡ ἀρχὴ μιᾶς μεγάλης πορείας

Ὁ Ἀλέξανδρος ἀφοῦ τακτοποίησε τὶς τρέχουσες ὑποθέσεις, οἱ ὁποῖες δὲν θὰ μποροῦσαν νὰ διεκπεραιωθοῦν ἀπὸ τὸν ἀντικαταστάτη του, ξεκίνησε νὰ συζητᾶ μὲ τοὺς διοικητές του τὴν ἐκστρατεία. Αὐτή ποὺ θὰ ἄλλαζε τὴ ροὴ τῆς ἱστορίας καὶ θὰ ἀναδείκνυε τὴ μεγάλη προσωπικότητα τοῦ πολιτικοῦ καὶ στρατιωτικοῦ Ἀλέξανδρου.

Τὰ προβλήματα ποὺ προέκυψαν γιὰ τὴν ἐκστρατεία ἦταν τεράστια, κυρίως στὸ οἰκονομικὸ σκέλος τῆς ἐπιχείρησης. Οἱ θυσίες, ποὺ ἔπρεπε νὰ γίνουν γιὰ τόσο μεγάλο στόχο, ἦταν μεγάλες καὶ ἀπαιτοῦνταν ἀπὸ ὅλους. Ὅπως γράφει ὁ Πλούταρχος, ὅταν ὁ Περδίκας ρώτησε τὸν Ἀλέξανδρο τί κρατᾶ γιὰ ἐκεῖνον, ἡ ἀπάντηση τοῦ Μακεδόνα βασιλιᾶ ἦταν «οἱ ἐλπίδες». Στὴν ἀρχή τῆς ἄνοιξης τοῦ 334 τὰ στρατεύματα, 7.500 ἄνδρες, 1.800 ἱππεῖς καὶ 12.000 σαρισοφόροι, συγκεντρώθηκαν στὴν Ἀμφαλίτιδα καὶ μέσῳ τῆς Κερκινίτιδας ἔφτασαν στὴν Ἀμφίπολη, ὅπου συναντήθηκαν μὲ τὸν Παρμενίωνα, ἐπικεφαλῆς 2.300 ἱππέων, 7.000 ὁπλιτῶν ἀπὸ τὸ «Κοινόν» τῶν Ἑλλήνων καὶ 7.000 ὁπλιτῶν μαζὶ μὲ 5.000 Ἕλληνες μισθοφόρους, οἱ ὁποῖοι μέσα σὲ 20 ἡμέρες ἔφτασαν ἀπὸ τὴν Ἀμφαλίτιδα στὴ Σηστὸ τοῦ Ἑλλησπόντου.

Στὸ πλευρό του βρίσκονταν στρατηγοί, ὅπως ὁ Παρμενίων καὶ οἱ γιοί του Φιλώτας καὶ Νικάνωρ, ὁ Κρατερός, ὁ Κοινός, ὁ Μελέαγρος, ὁ Κλεῖτος, ὁ Κάζας, ὁ Ἀντίγονος, οἱ ἀφοσιωμένοι Σωματοφύλακες καὶ οἱ Σύμβουλοι, οἱ Ἑταῖροι, ἀνάμεσά τους οἱ Σέλευκος, Νέαρχος, Εὐμένης, Δημάρατος, Πτολεμαῖος, Ἡφαιστίων καὶ Περδίκας.

Οἱ στόλοι τοῦ Μεγάλου Ἀλέξανδρου συναντήθηκαν στὴν Ἀμφίπολη. Ὁ μακεδονικὸς στόλος μὲ 22 τριήρεις, ποὺ διέθεταν τρεῖς σειρὲς κουπιά, καὶ 38 μικρά -πεντηκόντοροι καὶ τριαντάκοροι- μὲ 5.000 ναῦτες. Ὁ στόλος τοῦ «Κοινοῦ» τῶν Ἑλλήνων διέθετε 160 τριήρεις, μὲ 32.000 ναῦτες ὡς πλήρωμα. Τὰ ἐφόδια, ποὺ παρεῖχαν τὰ μεταγωγικὰ καὶ γενικὰ ἡ ἐπιμελητεία, τῆς ὁποίας ἡ ἐξαιρετικὴ ὀργάνωση ἀκόμη καὶ σήμερα γίνεται ἀντικείμενο ἔρευνας, ἀρκοῦσαν γιὰ ἕναν μῆνα. Τὴν ἀνώτατη διοίκηση τὴν εἶχε ὁ ἴδιος ὁ Ἀλέξανδρος.

Ἡ στρατιὰ τῶν 30.000 ἀνδρῶν, ἀπὸ Μακεδόνες, ἀλλὰ καὶ Παίονες, Θράκες, Ἀγριάνες (σημερινούς Πομάκους), Τριβαλλούς, Θεσσαλοὺς ἱππεῖς, Ἀκαρνάνες, Αἰτωλούς, Κρῆτες καὶ Μικρασιάτες Ἕλληνες, διάβηκε τὸν Ἑλλήσποντο στὴ Σηστὸ καὶ ὁ Ἀλέξανδρος ἔκτισε δώδεκα βωμοὺς θυσιάζοντας γιὰ τὴ νίκη. Λίγα χιλιόμετρα πιὸ μακριά, στὸν Ἐλαιοῦντα, θυσίασε στὸν τύμβο τοῦ Πρωτεσίλαου, ὁ ὁποῖος ἦταν ὁ πρῶτος ποὺ ἀποβιβάστηκε στὴν Ἀσία καὶ σκοτώθηκε ἀπὸ ἕναν Τρῶα, ἐνῷ στὴ μέση τοῦ Ἑλλήσποντου θυσίασε ταῦρο καὶ προσέφερε χοὲς μὲ ἕνα χρυσὸ κύπελλο στὸν Ποσειδώνα καὶ τὶς Νηρηΐδες. Ἡ βαθιὰ θρησκευτική του πίστη φαινόταν σὲ κάθε μέρος τῆς καθημερινότητας, πόσο μᾶλλον τὴ στιγμὴ ποὺ ἄρχιζε ἡ μεγαλύτερη ἐκστρατεία.

Ὁ Ἀλέξανδρος θὰ πολεμοῦσε γιὰ τὴ νίκη ποὺ ἦταν στόχος ὅλων τῶν Ἑλλήνων, οἱ ὁποῖοι ἔβλεπαν στὸ πρόσωπο τοῦ βασιλιᾶ τῆς Μακεδονίας τὸν ἐνσαρκωτή τῶν ἐλπίδων τους, ἀλλὰ καὶ τὸν ἄνθρωπο ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ ἀπαλλάξει τοὺς Ἕλληνες καὶ τὴν Ἑλλάδα ἀπὸ τὴ διαρκῆ καὶ μακροχρόνια ἀπειλὴ τῶν Περσῶν. Τὸ μεγάλο πρόσταγμα τῆς ἕνωσης κατὰ τῶν Περσῶν – βαρβάρων ἦταν μπροστά.