Ὅταν ὁ Ἀλέξανδρος βάδιζε πρὸς τὴν Ἀνατολή, ἔνιωθε πὼς ἔχει νὰ προσφέρει στοὺς ἀνθρώπους της ἕνα πανανθρώπινο ὅραμα ζωῆς. Τὸ ὅραμα αὐτὸ ἀπέρρεε ἀπὸ τὴν ἑλληνικὴ παιδεία, τή μοναδικὴ παιδεία μὲ τὴν ἀνυπέρβλητη πνευματικότητα καὶ ὑπερβατικότητα, ἴδια μὲ τὴν ὁποία ὁ μεγαλοφυὴς στρατηλάτης διδάχτηκε στὴν πατρίδα του σὲ ὅλη της τὴν ἔκταση καὶ σ’ ὅλο της τὸ βάθος ἀπὸ τὸν μεγαλύτερο ἐπιστήμονα καὶ σοφότερο δάσκαλο τῶν χρόνων ἐκείνων, τὸν Ἀριστοτέλη, τὸν μαθητὴ τοῦ Πλάτωνα καὶ ἔμμεσα τοῦ Σωκράτη.
Ὁ Πλάτωνας πίστευε πὼς ἡ ἀληθινὴ παιδεία εἶναι ἡ «καθολικὴ» παιδεία, διότι «πολιτικῶς νοεῖν» σημαίνει «νοεῖν τὰ παγκόσμια προβλήματα» (W. Jarget, Παιδεία, 1, 149).
Στὴν ἰδέα αὐτῆς τῆς παιδείας τὸ ἑλληνικὸ πνεῦμα ἔφτασε στὸ ὕψος τῆς συνείδησης τῆς ὑπερχρονικότητας καὶ τῆς οἰκουμενικότητάς του. Αὐτὴν τὴ συνείδηση ἐκφράζει ὁ Ἀλέξανδρος, ὅταν, κατὰ τὸν Ἀρριανό, «Θοίνην (=συμπόσιο) δημοτελῆ ἐποίησε», στὴν Ὤπη, καὶ στὸ οἰκουμενικὸ ἐκεῖνο συμπόσιο ἀποκάλυψε στὰ ἔκπληκτα μάτια τῶν ἀρχόντων τῶν Περσῶν καὶ τῶν ἄλλων λαῶν τῆς Ἀνατολῆς τὴν οἰκουμενικότητα τοῦ ἑλληνικοῦ πνεύματος. Τὰ λόγια του εἶναι χαρακτηριστικά: « … Θεωρεῖτε τὴν οἰκουμένη πατρίδα σας… Δὲν μ’ ἐνδιαφέρει ἡ καταγωγὴ οὔτε ἡ ράτσα τῶν ἀνθρώπων. Τοὺς καταμερίζω μ’ ἕνα μόνο κριτήριο, τὴν ἀρετή… Τὸν θεὸ δὲν πρέπει νὰ τὸν νομίζετε σὰν ἕναν αὐταρχικὸ κυβερνήτη, ἀλλὰ σὰν κοινὸ Πατέρα ὅλων, ὥστε διαγωγή σας νὰ μοιάζει μὲ τὴ ζωὴ ποὺ κάνουν τ’ ἀδέλφια στὴν οἰκογένεια … Τὸν ὅρκο ποὺ δώσαμε μὲ τὴ σπονδὴ ἀπόψε κρατῆστε τον σὰν συμβόλαιο ἀγάπης … » («Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις», 7,11).
Ὁ Πλούταρχος, ἐξάλλου, ἀναφέρει πὼς «ὁ Ἀλέξανδρος ἐκπαίδευσε τοὺς Ὑρκανοὺς νὰ παντρεύονται καὶ νὰ καλλιεργοῦν τὴ γῆ, τοὺς Ἀραχωσαίους καὶ τοὺς Σογδιανοὺς νὰ γηροκομοῦν τὸν πάτερα τους καὶ νὰ μὴν τὸν σκοτώνουν, τοὺς Πέρσες νὰ σέβονται τὶς μητέρες τους καὶ νὰ μὴν τὶς ἐρωτεύονται, τὰ παιδιὰ τῶν Γεδρωσιῶν νὰ ἀπαγγέλλουν τὶς τραγωδίες τοῦ Εὐριπίδη καὶ τοῦ Σοφοκλῆ, καὶ τοὺς Ἀσιάτες, γενικῶς, νὰ διαβάζουν τὸν Ὅμηρο» («Ἠθικά», 328).
Εἶχαν, λοιπὸν, κάθε λόγο οἱ λαοὶ ἐκεῖνοι νὰ ἀγαποῦν τόσο πολὺ τὸν Ἀλέξανδρο καὶ νὰ τὸν τιμοῦν καὶ σήμερα ὡς πρόγονό τους. Ὅταν, πρὶν λίγα χρόνια, Ἄραβες ἐπίσημοι συναντήθηκαν μὲ Ἕλληνα ὑπουργό, δήλωσαν: «Ὁ δεσμὸς τῶν Ἑλλήνων καὶ τῶν Ἀράβων εἶναι ἀκατάλυτος, ἀφοῦ οἱ Ἄραβες θεωροῦν τοὺς ἑαυτούς τους ἀπογόνους τοῦ Μεγάλου Ἀλέξανδρου» (Ν. Μάρτη, «Ἡ πλαστογράφηση τῆς ἱστορίας τῆς Μακεδονίας», σ. 62). Εἶναι ἐπίσης γνωστές οἱ ἀσιατικὲς φυλὲς τῶν κοιλάδων τῶν Καλάς, τοῦ Σονάτ, τῆς περιοχῆς τοῦ Πεσαβὰρ καὶ τῶν Πατάνε, τοῦ Τσιτράλ, τῆς φυλῆς Χούνζα, ὀρεινῶν περιοχῶν στὸ βορειοανατολικὸ Πακιστάν καὶ στὸ ἀνατολικὸ Ἀφγανιστάν, ποὺ καὶ σήμερα ἀκόμη καμαρώνουν πὼς κατάγονται ἀπὸ τοὺς στρατιῶτες τοῦ Μ. Ἀλέξανδρου, σύμφωνα μὲ τουριστικὰ φυλλάδια τοῦ Πακιστανικοῦ Ὀργανισμοῦ Τουρισμοῦ.
Κι ἀκόμη κάθε παιδάκι στὴν Ἰνδία σήμερα μαθαίνει μέσα ἀπὸ παιδικὰ τραγούδια γιὰ τὴν ἀνδρεία τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου (ἢ Σικαντάρ, ὅπως εἶναι γνωστὸς στὴ χώρα αὐτή). Ἐδῶ καὶ πολλὲς δεκαετίες ἔχουν γυριστεῖ ἐκεῖ πολλὲς κινηματογραφικὲς ταινίες γιὰ τὸν Μ. Ἀλέξανδρο. Μιὰ ἀσπρόμαυρη ταινία τοῦ 1941 μὲ τὸν τίτλο «Σικαντάρ», σὲ δύο τοπικὲς διαλέκτους, εἶναι ἀκόμη καὶ σήμερα πολὺ δημοφιλής.